Τετάρτη

Η μεγάλη γιορτή.




Η πλατεία ήταν γεμάτη από τον κόσμο που είχε έρθει για την γιορτή της αλλαγής .



Το τσίρκο ήταν στην μέση της, και ο κλόουν στο σημείο που πριν κάποια χρόνια κάποιοι είχαν χάσει την ζωή τους αγωνιζόμενοι για την ελευθέρια,* και μοίραζε γλυκά και τριαντάφυλλα...






Ο ακροβάτης έκανε την ισορροπία του πάνω στα ηλεκτροφόρα καλώδια της Δ.Ε.Η. Και όλοι από κάτω κοίταγαν με θαυμασμό, μασώντας το υπέροχο μέλλον τους που οι πολιτικοί τους είχαν φέρει με κόπο και προσοχή από της Βρυξέλες.






Πληροφορίες ότι το γεύμα τους περιελάμβανε έναν εργάτη και το ασφαλιστικό ποτέ δεν επιβεβαιώθηκαν...






Τα ματ παρατεταγμένα σε σχήμα προσευχής χτυπούσαν ρυθμικά τις ασπίδες τους.






Ταμ ταμ ταμ.






Οι μικροί πυροβολητές άρχισαν να παίζουν τα όργανα τους.






Τα τατ τα τα τα τα τα τατ τα τα τατα τατα τατα τατα.






Ο Θεός από πάνω για όσους πιστεύουν, η λεν πως πιστεύουν, ούρλιαζε πως δεν θέλει να γιορτάσουν την αλλαγή μιας και ποτέ δε την δεχόταν.






Καθόμουν παραπέρα και κοιτούσα πονούσε , το πνεύμα πονούσε ούρλιαζε μα μέσα στο χαμό και τη βοή του πανηγυριού κανείς δεν το άκουγε.






Απ’ την άλλη μπορεί η φωνή του να ήταν η ιδέα μου ,να συνέβαινε μόνο στο δικό μου κεφάλι.






Το πλήθος εκστασιασμένο από το αναβλύζων αίμα άρχισε να τρωει της σάρκες του.






-Πρώτα τα μικρά παιδιά! Πρώτα τα μικρά παιδιά!Φώναζαν ...






Και τότε βγήκε ...






Ο άρχοντας του φθόνου, ο διοργανωτής της μεγάλης γιορτής ...






Τα Φώτα στρέψανε πάνω του όπως άρμοζαν, ενώ ο ακροβάτης κουρασμένος από το ρεύμα και την βροχή γινόταν κάρβουνο...






Υπέροχο ταιμινγκ...






Ο διοργανωτής είχε ανοιχτά τα χέρια και φορούσε ένα λευκό κουστούμι.


Δεν είχε πρόσωπο,μόνο ένα τεράστιο λευκό χαμόγελο,και μαύρα αστραφτερά μαλλιά, καλοχτενισμένα, και κολλημένα πίσω με μπριγιαντίνη.






-Η πατρίδα πέθανε!






Είπε.






-Ζήτω η πατρίδα!






Ο κλόουν, πρόσφερε στον φρενιασμένο απ την γιορτή κόσμο φαλλούς και αιδοία.






Το πνεύμα από πάνω πονούσε, και ούρλιαζε...






-Δεν γνωρίζουν δεν γνωρίζουν...






Μα απ’ την άλλη μπορεί απλά να το καταλάβαινα έτσι .






Τεραστία μηχανήματα ερχόντουσαν κατά πάνω μου ρωτώντας με αν ήθελα να με ξεσκίσουν .






Τους χαμογέλασα ευγενικά, και τους είπα όχι ,όχι απόψε.






Και ύστερα βοή






Και ύστερα σιωπή






Και ύστερα βοή






Και ύστερα αίμα






Και ύστερα βοή






Και ύστερα σιωπή






Και ύστερα πληγή,και αίμα






-Ο χρόνος αλλάζει






τον άκουσα να φωνάζει στην τελευταία ρανίδα αίματος.






-Εκμεταλλευτείτε τον .










* δυσνόητη λέξη