Παρασκευή

Η ιστορία του Παρσουάμι


Πέρα από τον αστερισμό του αιγόκερου και στρέφοντας στην τροχιά του πλανήτη ουρανού , υπάρχει ένα σύμπλεγμα από αστρικά νησιά τα οποία φωτίζουν σαν ήλιοι μία μεγάλη σελήνη .

Οι αποστάσεις τους και οι ροές τους δημιούργησαν τις πρώτες βροχές οι οποίες αφού κάλυψαν την επιφάνεια της βρήκαν την ισορροπία της και με τον καιρό σχημάτισαν πάνω της μεγάλες εκτάσεις, ποτάμια, βουνά , και νησιά και σιγά, σιγά δημιουργήθηκε η ζωή .

Αυτό, έφερε στον κόσμο της ένα είδος που έμοιαζε με το δικό μας , αλλά, δεν είμαστε εμείς .

Το δέρμα τους έμοιαζε με την αφή των λουλουδιών , και η φωνή τους ήταν πιο κρυστάλλινη .

Με τον καιρό έφτιαξαν ένα κόσμο πιο αρμονικό από τον δικό μας και μεγάλη έφεση στην μουσική , ζούσαν σε μικρές πολιτείες και αν και τα σπίτια έμοιαζαν σαν τις καλύβες με πέτρες και ξύλο που συναντάς στα βουνά εντούτοις είχαν ανεπτυγμένο πολύ τεχνολογικό εξοπλισμό.

Ωστόσο σαν είδος , και αφού δεν γνώριζαν την αιτία της αρχής του σύμπαντος και από που προερχόντουσαν , είχαν τις δικές τους δεισιδαιμονίες .

Εκεί στα βουνά της οροσειράς Μαντούρα στην κορφή τους όρους Λαεθεάρνη η Μαρσούπι ήταν έτοιμη να γεννήσει και ο γιατρός ήταν από πάνω της έτοιμος να την βοηθήσει.Σπρώξε Μαρσούπι σπρώξεΈλεγε καθώς την άκουγε να φωνάζει , να ξεφυσάει να τεντώνεται , να ανασαίνειΤο παιδί άρχισε να ξεπροβάλει από μέσα της , τα χέρια του γιατρού το έπιασαν τρυφερά βοηθώντας το να βγαίνει και αφού βγήκε το σήκωσε ψηλά απαλά και τρυφερά , και μόνο όταν είδε το όλο του το συναίσθημα των χεριών του άλλαξε σε φρίκη.

Ω ! θεέ μου

Είπε αποστρέφοντας το βλέμμα του

Η σκιά του !

Το έδειξε στην μανά και το ακούμπησε απαλά δίπλα της τρομοκρατημένος

Η μητέρα το κοίταξε και στρίγκλισε διαπερνόντας την νύχτα.

Ο μικρός Παρσουάμι είχε γεννηθεί .

Οι Νεράλιανοι, έτσι ήταν το όνομα του είδους που ζει εκεί είχαν και πολλές διαφορές από εμάς εκτός από ομοιότητες .

Σε αυτό συνέβαλε ότι οι μικροί ήλιοι που γυρνούσαν εκεί τους φώτιζαν ολόκληρους συχνότερα από ότι εμάς ο ήλιος και από διαφορετικές θέσεις κάνοντας τους πιο ανάλαφρους .

Μπορούσαν να κάνουν μεγάλα άλματα που στον κόσμο μας θα έμοιαζαν σαν να πετάνε και όταν προχώραγαν τα βήματα τους έμοιαζαν σαν να περπατάνε στον αέρα.

Μα αυτό που είχε ο Παρσουάμι δεν το χαν ξανά δει

Η σκιά του ήταν φως.

Στα πρώτα του παιδικά χρόνια όταν έβγαινε χαρούμενος στο χωριό του να παίξει με τα άλλα παιδάκια , αυτά πέταγαν της μπάλες τους και έτρεχαν πανικόβλητα φωνάζοντας τρομαγμένα.

Βλέπεις στον πολιτισμό τους ο Παρσουάμι ήταν κάτι άγνωστο και επειδή μοιάζαμε έβλεπαν και αυτοί το άγνωστο είτε σαν κάτι τερατώδες είτε σαν κάτι θεϊκό .

Ποτέ ίσο .

Μεγαλώνοντας, ο Παρσουάμι έδειξε ενδιαφέροντα ,και ήταν φανερό ότι ήταν ένα έξυπνο και καλοκάγαθο παιδί με διαφορετική αντίληψη , αλλά αυτή η διαφορετικότητα του, του δημιουργούσε προβλήματα.

Στον πολιτισμό τους οι Νεράλιανοι, αν και προσπαθούσαν να αφομοιώνουν όλα τα στοιχεία που υπήρχαν στον κόσμο τους , είχαν άρχοντες και αφεντάδες, και η εργασία δεν μοιραζόταν από την ατόφια φύση ,αλλά από τα συμφέροντα του ανώτερου ,και έτσι παρόλη την ευστροφία του, έβρισκε πιο εύκολα δουλειά σε τσίρκο παρά βάση των γνώσεων του .

Πολλές φορές , από παιδί τον πετροβολούσαν και φώναζαν

το τέρας το τέρας.

Kαι αυτός τις ζεστές μέρες του χρόνου αν ξεχνιόταν ακίνητος σε κανένα λιβάδι, υπήρχε ο κίνδυνος να βάλει φωτιά και να κάψει τα χώρια .

Έτσι μοιραία οι άνθρωποι τον αποστρέφονταν .

Στα δεκαεφτά του και αφού είχε ερωτευτεί την κόρη του φούρναρη που τον αποστρεφόταν, γιατί του έλεγε συνέχεια ότι δεν είσαι δικό μας , ξεχάσθηκε σε ένα τέτοιο λιβάδι , και έκατσε και την σκεφτόταν .

Την έφερνε καθαρά στο μυαλό του την ώρα που την ένιωθε πιο κοντά του , που αυτή έστρεφε το βλέμμα της , σκάλιζε στους δείχτες του χεριού της τα νύχια , και του έλεγε...


Είσαι άρρωστο .

Καθότανε εκεί έφερνε την εικόνα ξανά και ξανά καθάρια και ζωντανά ώσπου απορροφήθηκε για ώρες .

Η ζέστα και η επίμονη των στοιχείων για αλλαγή μαζί με την σκιά και τον πόθο του άναψαν μια εστία που καθώς αυτός ήταν απορροφημένος αυτή εξαπλώθηκε.

Οι χορικοί βγήκαν τρομοκρατημένοι να σταματήσουν τις φλόγες και τρομαγμένοι φώναζαν ...

Το τέρας το τέρας !
Αφού νικήσαν τις φλόγες τον κυνήγησαν και ο Παρσουάμι αέρινος καθώς ήταν άρχισε να τους ξεφεύγει.

Έτρεχε πιο γρήγορα από όλους και τραγουδούσε τέλεια μαγεύοντας τους, αλλά τα βράδια έπρεπε να προσέχει .

Το κυνηγητό του κράτησε καιρό ανάλογο με την απόγνωση του και μόνο όταν ξέφυγε σε τόπους δύσβατους και άγνωστους και εναρμονίσθηκε με αυτούς ξανά συνάντησε την ηρεμία την θαλπωρή, και την σιωπή που τον χαρακτήριζε.

Βράδια που ο ίδιος φώτιζε , και μέρες όπου έπρεπε να προσέχει πέρασαν από το είναι του μα μια μέρα το υπέροχο στάθηκε μπροστά του.

Είχε μάθει αρμονικά να ζει εκτός πολιτισμού ,να σέβεται τα άλλα ζώα που ζούσαν ολόγυρα, να κυνηγάει, και παράλληλα η μουρμούρα του είναι του, από τις εμπειρίες του πολιτισμού, να ηρεμεί παρόλο που το παράπονο της ήταν ότι ήταν απλησίαστος.

Και έτσι μια μέρα που καθόταν σε στάση διαλογισμού μπορείς να πεις ανάμεσα από το τίποτα και το τι μπορεί να υπάρχει γύρω ,απορροφημένος από τα τιτιβίσματα των πουλιών ,ένα λιοντάρι πλησίασε , και άραξε στο σημείο που έπεφτε η φωτεινή σκιά του .

Σύντομα , δυο πέρδικες πλησίασαν το φωτεινό σημείο χωρίς να αναστατώσουν τον Παρσουάμι και το λιοντάρι, και ένα ελάφι άρχισε να βοσκά την χλόη γύρω τους.

Τότε η μουρμούρα του μυαλού του Παρσουάμι σταμάτησε και ο Παρσουάμι καταλαβαίνοντας το καθάριο , άνοιξε τα μάτια του να το αντιμετωπίσει , και αφού χόρτασε την εικόνα του λιονταριού, των πουλιών και του ελαφιού κατάλαβε περνώντας τον πρόσκαιρο χρόνο και διαβαίνοντας στον αιώνιο .Δεν ήταν η σκιά του που ήταν φωτεινή .

Απλά ,οι κάτοικοι του πλανήτη του, έβλεπαν πάντα την αρνητική τους πλευρά .