Τρίτη

Το γρανάζι.



Είδα το βράδυ στον ύπνο μου απίστευτα όνειρα, ανάλαφρα και όμορφα .
Αισθανόμουν να αιωρούμαι στην ατμόσφαιρα ,και να φεύγει από πάνω μου ένα βάρος.
Και ακριβώς εκείνη την στιγμή .
Ένας τρομαχτικός θόρυβος με ξύπνησε .
Άνοιξα τα μάτια μου και πετάχτηκα από το κρεβάτι μου , ο θόρυβος ακούστηκε από την αυλή μου, και έτσι ,βγήκα στο μπαλκόνι και κοίταξα .
Ένα τεράστιο γρανάζι ήταν καρφωμένο στον κήπο μου
-Ο παναγία μου
Πήγα να ρωτήσω τον γείτονα αν είδε τι συνέβη , και τον βρήκα στην κουζίνα να ψήνει το μυαλό του στο τηγάνι
-Ρε γείτονα, τι κάνεις εκεί ;
-Τίποτα, έχω βάλει το μυαλό μου στο ψήσιμο να πάρω το νέο κινητό της ντοκια ,αρέσει στις γυναίκες και μπορεί να βγάλω καμία...
-Α! Καλά, πιάνει;
-Εντάξει πιο παλιά ήταν πιο εύκολο , τώρα , κάτι τα δάνεια κάτι οι κάρτες , θέλει λίγο παραπάνω
-Πρόσεξε μην το κάψεις
-Ε, όχι, είμαι νέος ακόμα
-Μάλιστα , ρε συ δε μου λες τον θόρυβο τον άκουσες ; με ξύπνησε και είναι ένα καρφωμένο γρανάζι στον κήπο μου
Πήρε την αντικολλητική κουτάλα και του έδωσε μια γύρα
-Ναι... τον άκουσα, σου έφυγε το γρανάζι ε; Άσχημα τα πράματα
-Δηλαδή;
-Να βρε φρικιό, όλο το σύστημα είναι μια καλολαδωμένη μηχανή, και εμείς γρανάζια της
-Μμμ...
-Άμα σου χαλάσει το γρανάζι το σύστημα σε περιθωριοποιεί σε μαζεύει και σε βάζει στην αποθήκη με τα άχρηστα αντικείμενα
-Μα δεν είμαι αντικείμενο, φρικιό είμαι
-Εικονικές πραγματικότητες , στα δικά σου μάτια είσαι φρικιό , για το σύστημα είσαι αντικείμενο , το γρανάζι νούμερο 46741222
-Χαχα! Βλέπω και το δικό σου
-Είναι γιατί χάνοντας το αποβάλεις σιγά ,σιγά και την προσαρμοστικότητα σου στο σύστημα
-Μάλιστα, και τι πρέπει να κάνω;
-Πρέπει να πας στην πόλη. Στο κεντρικό μηχάνημα του κράτους , να σε εξετάσουν ότι ακόμα τους βγάζεις κέρδος, να σου φτιάξουν καινούργια βλάβη, και να τοποθετήσουν μέσα το γρανάζι, ώστε να ξεκινήσεις να δουλεύεις κανονικά.
-Όλο αυτό; Αυτό είναι τεράστιο
-Είναι γιατί ο εαυτός σου έχει μεγαλύτερη αξία από ότι σε κάνουν να νομίζεις πως έχεις.
-Κι αν δε θέλω;
-Ε, είπαμε αλλιώς στην αποθήκη με τα άχρηστα αντικείμενα
-Και πως θα το παω;
-Σπρώχνοντας , θα σε βοήθαγα, αλλά πρέπει να ψήσω το μυαλό μου
-Και τι θα κερδίσω;
-Ένα αντικολλητικό τηγάνι !
-Ευχαριστώ , είσαι πολύ καλύτερος όταν δε σκέφτεσαι με το ψημένο σου μυαλό
-Καλοσύνη σου , θα το πάρω το καινούργιο κινητό
Είπε καθώς σήκωσε ανάλαφρα το τηγάνι αναγκάζοντας το μυαλό να κάνει περιστροφή στον αέρα και το κάθισε ξανά μέσα του
Μυαλό ομελέτα
-Θα το πάρω το καινούργιο κινητό!
Τον άκουσα να λεει καθώς έβγαινα από την πόρτα
Η μέρα είχε ανοίξει, τα
Κελαϊδίσματα αντηχούσαν στον αέρα βρέθηκα δίπλα από το γρανάζι και άρχισα να φτυαρίζω
Μια για το μέλλον μια για το παρελθόν μια για το παρόν και μια για το ζω!
Θυμήθηκα το όνειρο , ήμουν ανάλαφρος καθαρός και ακέραιος
Φούντωσε η φωτιά μέσα μου
Το πήρα απόφαση, θα τους το πήγαινα πίσω
Δικό μου δεν ήταν μα ούτε και ήθελα να το βλέπω στον κήπο μου
Αφού έφυγε, έφυγε και ας μείνει μακριά
Ο δρόμος για την πόλη είναι μια κατηφόρα ,και έτσι, αφού το ανέβασα στο ανηφόρι για να το βγάλω στον κεντρικό δρόμο του έδωσα μια σπρωξιά να παει
Έμεινα μερικά δευτερόλεπτα ακίνητος και ευτυχισμένος να το βλέπω να απομακρύνεται , και μετά σκέφτηκα
Αν χτυπήσει κανέναν; μα το παγωμένο πατίνι ! εντάξει να ζήσω χωρίς αυτό , αλλά μην φαμε και άνθρωπο
Άρχισα να τρέχω ξωπίσω του και να φωνάζω
-Στη μπάντα ! γρανάζι!
Οι περαστικοί τρέχανε πανικόβλητοι , Κανά δυο μηχανές πήγαν να φύγουν από την πορεία τους και μερικοί αστυνόμοι με κοιτούσαν περίεργα .
Ωστόσο έτρεχα σαν τον άνεμο
Έτσι ,βρέθηκα στην πόλη.
Παχύ νέφος, πολύχρωμα σκουπίδια , έμεινα για μια στιγμή να θαυμάσω την γλώσσα του πολιτισμού, αλλά οι πολίτες τρέχανε πανικόβλητοι ουρλιάζοντας και το γρανάζι απομακρυνόταν .
Πήγαινε καρφί για την κεντρική μηχανή του κράτους και να θελα δε μπορούσα να το φτάσω ,αλλά δεν ήθελα και να το σταματήσω .
Μοιραία καρφώθηκε πάνω στην κρατική μηχανή ,και αυτή έμοιαζε να το αγκάλιασε όπως η μάνα το παιδί της
Έβγαλε κάτι καπνούς, κάτι τσαλακωμένους θορύβους ,και έπειτα .
Σώπασε
Οι άνθρωποι όλοι σταμάτησαν και τότε το κελαΐδισμα του μοναδικού ελευθέρου πουλιού που υπήρχε στην πόλη ακούστηκε .
Τιρτιρυπυ τιρι πι τιρ τιρπυ τιρι τιπ ρι τιρ ρυ πι
Μέσα από την σιωπή, ο άνεμος ελευθερώθηκε και χάιδεψε το μοναδικό δέντρο που υπήρχε στην πόλη κάνοντας τα φύλλα να θροΐζουν άφησε το τραγούδι του που πιο πολύ έμοιαζε με μουρμουρητό , με παράπονο .
Φουουοουουουουουιιιιςςςς
Τα φύλλα τρέμανε στο άγγιγμα του και παιχνίδιζαν στο φως της μέρας .
Και ο ουρανός, ο ουρανός...
Μάζεψε την μοναδική του στάλα και την άφησε να έρθει στην γη .
Έπεσε σε ένα παρτέρι και χιλιάδες πολίτες όρμισαν πάνω της για να την πάρουν
Από το βάρος τους το έδαφος άρχισε να βουλιάζει
Και οι πρώτοι μηχανικοί τρέξαν να διορθώσουν την μηχανή
Αυτό μεγάλωσε την τρύπα που τους κατάπιε όλους
Είχα μείνει παράταιρα με το τελευταίο Μοϊκάνι και παρακολουθούσα το σκηνικό
-Ώστε αυτή είναι η αισθητική για την ζωή ε; Ιστορία και αυτή ...
Του είπα
Αυτός γύρισε και με κοίταξε , μου χαμογέλασε φανερώνοντας τα τέσσερα μπροστινά του δόντια, άπλωσε την παλάμη του και μου είπε...
-Έχεις καθόλου ψιλά για το λεωφορείο ;
-Well. Lord knows, am a voodoo child babe. Am a voodoo child .
...